página 19 por letra Α
- αλώνι
- αμάθεια
- αμάλγαμα
- αμάνικος
- αμάξι
- αμάξωμα
- αμάρτημα
- αμέθοδος
- αμέθυστος
- αμέλεια
- αμέριμνος
- αμέσως
- αμέτοχος
- αμέτρητος
- αμήν
- αμήχανος
- αμίαντος
- αμίλητος
- αμίμητος
- αμαζόνα
- αμαζόνας
- αμαθής
- αμανίτης
- αμαξάκι
- αμαξάς
- αμαξιά
- αμαξιτός
- αμαξοστοιχία
- αμαρταίνω
- αμαρτωλός
- αμαρυλλίς
- αμαχητί
- αμαύρωση
- Αμβέρσα
- αμβλυγώνιος
- αμβλύνοια
- αμβλύνομαι
- αμβλύνω
- αμβλύς
- αμβλύτητα
- Αμβούργο
- αμβροσία
- αμείβω
- αμείλικτος
- αμείωτος
- αμελής
- αμελώ
- Αμερική
- αμερικανάκι
- Αμερικανή
- Αμερικανίδα
- αμερικανίζω
- αμερικανικός
- Αμερικανός
- αμεριμνησία
- αμεροληψία
- αμερόληπτος
- αμετάβλητος
- αμετάκλητος
- αμετάπειστος
- αμετάτρεπτος