„wichtig“: Adjektiv wichtigAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) σπουδαίος, σημαντικός σπουδαίος, σημαντικός wichtig wichtig ejemplos es ist (nicht) wichtig (δεν) έχει σημασία es ist (nicht) wichtig das Wichtigste ist, dass… το σημαντικότερο είναι, ότι … das Wichtigste ist, dass… nichts Wichtigeres zu tun haben δεν έχω τίποτε καλύτερο να κάνω nichts Wichtigeres zu tun haben