σημαντικός
[simandiˈkos], σημαντική, σημαντικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- σημαντικός
- gewichtigσημαντικός λόγοι, προβλήματασημαντικός λόγοι, προβλήματα
- erheblichσημαντικός έξοδα, διαφοράσημαντικός έξοδα, διαφορά
- gravierendσημαντικός λάθοςσημαντικός λάθος
- merklichσημαντικός αλλαγή, καλυτέρευσησημαντικός αλλαγή, καλυτέρευση
- stattlich, beträchtlichσημαντικός ποσόσημαντικός ποσό