προωθώ
[prooˈθo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-είς; -ησα; -ήθηκα; -ημένος>Vista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- fördernπροωθώ άτομοπροωθώ άτομο
- vorantreibenπροωθώ διαπραγματεύσειςπροωθώ διαπραγματεύσεις
- weiterleitenπροωθώ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υπροωθώ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
ejemplos