υποψήφιος
[ipoˈpsifios]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Kandidatαρσενικό | Maskulinum, männlich mυποψήφιος για θέση, αξίωμαυποψήφιος για θέση, αξίωμα
- Bewerberαρσενικό | Maskulinum, männlich mυποψήφιος διαγωνισμούυποψήφιος διαγωνισμού
ejemplos
- υποψήφιος για την προεδρίαPräsidentschaftskandidatαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- υποψήφιος καγκελάριοςKanzlerkandidatαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- υποψήφιος διδάκτοραςαρσενικό | Maskulinum, männlich mDoktorandαρσενικό | Maskulinum, männlich m