„με“: πρόθεση με [me]πρόθεση | Präposition, Verhältniswort präp <+αιτιατική | +Akkusativ+akk> Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) mit, bei, wegen, per mit (+δοτική | +Dativ+dat) με με bei (+δοτική | +Dativ+dat) με συνθήκες με συνθήκες wegen (+γενική | +Genitiv+genή | oder odδοτική | Dativ dat) με αιτία με αιτία per (+αιτιατική | +Akkusativ+akk) με συγκοινωνικό μέσο με συγκοινωνικό μέσο ejemplos με τι; womit? με τι; με το λεωφορείο mit dem Bus με το λεωφορείο με το τρένο per Bahn με το τρένο
„με“: προσωπική αντωνυμία με [me]προσωπική αντωνυμία | Personalpronomen pers pr <ενικός | Singularsgαιτιατική | Akkusativ akk> Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) mich, mir mich με με mir με 1.ενικός | Singular sgδοτική | Dativ dat με 1.ενικός | Singular sgδοτική | Dativ dat ejemplos με θυμάσαι; erinnerst du dich an mich? με θυμάσαι; με βοήθησε er/sie half mir με βοήθησε