Traducción Griego-Alemán para "λόγω"

"λόγω" en Alemán

λόγω
[ˈloɣo]πρόθεση | Präposition, Verhältniswort präp <+γενική | +Genitiv+gen>

Vista general de todas las traducciones

(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)

  • wegen (+γενική | +Genitiv+gen)
    λόγω
    aufgrund (+γενική | +Genitiv+gen)
    λόγω
    λόγω
τραγωδία λόγω πλημμύρας
Hochwasserkatastropheθηλυκό | Femininum, weiblich f
τραγωδία λόγω πλημμύρας
απουσία λόγω τραυματισμού
Verletzungspauseθηλυκό | Femininum, weiblich f
απουσία λόγω τραυματισμού
ζημιάθηλυκό | Femininum, weiblich f λόγω πλημμύρας
Hochwasserschadenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ζημιάθηλυκό | Femininum, weiblich f λόγω πλημμύρας
εγκληματικότητα λόγω συμμοριών
Bandenkriminalitätθηλυκό | Femininum, weiblich f
εγκληματικότητα λόγω συμμοριών
αδιαθεσία λόγω υψομέτρου
Höhenkrankheitθηλυκό | Femininum, weiblich f
αδιαθεσία λόγω υψομέτρου
λόγω έλλειψης χρόνου
λόγω έλλειψης χρόνου
δεν θα το ξανακάνω, λόγω τιμής! οικείο | umgangssprachlichοικ
das mache ich nie wieder, großes Ehrenwort!
δεν θα το ξανακάνω, λόγω τιμής! οικείο | umgangssprachlichοικ
λόγω της κληρονομιάς έγιναν μαλλιά κουβάρια οικείο | umgangssprachlichοικ
sie haben sich wegen des Erbes in die Haare bekommen
λόγω της κληρονομιάς έγιναν μαλλιά κουβάρια οικείο | umgangssprachlichοικ

¡Denos su opinión!

¿Qué le parece el diccionario en línea de Langenscheidt?

¡Muchas gracias por su valoración!

¿Tiene algún comentario sobre nuestros diccionarios en línea?

¿Falta alguna traducción, hay algún error o quiere elogiar nuestra labor? Rellene el formulario con sus comentarios. Indicar el correo electrónico es opcional y, conforme a nuestra política de privacidad, solo se utilizará para responder a su consulta.

Por favor, confirme que es usted una persona marcando la casilla de confirmación.*

*Campo obligatorio

Por favor, complete los campos marcados.

¡Muchas gracias por su comentario!

Visítenos en: