„skeptisch“: Adjektiv skeptischAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) επιφυλακτικός, σκεφτικός επιφυλακτικός, σκεφτικός skeptisch skeptisch ejemplos skeptisch sein είμαι επιφυλακτικός skeptisch sein