„Jahresgehalt“: Neutrum, sächlich JahresgehaltNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) ετήσιες αποδοχές, ετήσιος μισθός ετήσιες αποδοχέςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Jahresgehalt ετήσιος μισθόςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Jahresgehalt Jahresgehalt