„intelligent“: Adjektiv intelligentAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) ευφυής, έξυπνος, νοήμων, έξυπνος ευφυής, έξυπνος, νοήμων intelligent intelligent έξυπνος intelligent Chipkarte, Waffeet cetera, und so weiter | κ.τ.λ., και τα λοιπά etc intelligent Chipkarte, Waffeet cetera, und so weiter | κ.τ.λ., και τα λοιπά etc