„hochnehmen“: transitives Verb hochnehmentransitives Verb | μεταβατικό ρήμα v/t Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) η αστυνομία συνέλαβε όλη τη συμμορία ejemplos die Polizei hat die ganze Bande hochgenommen η αστυνομία συνέλαβε όλη τη συμμορία die Polizei hat die ganze Bande hochgenommen