„frostig“: Adjektiv frostigAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) παγωμένος, παγερός παγωμένος, παγερός frostig auch | και, επίσηςa. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig frostig auch | και, επίσηςa. in übertragenem Sinn | μεταφορικάfig