„Όμηρος“: αρσενικό Όμηρος [ˈomiros]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Homer Homerαρσενικό | Maskulinum, männlich m Όμηρος Όμηρος
„όμηρος“: αρσενικό και θηλυκό όμηρος [ˈomiros]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Geisel Geiselθηλυκό | Femininum, weiblich f όμηρος όμηρος