„φλιτζάνι“: ουδέτερο φλιτζάνι [fliˈdzani]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Tasse Tasseθηλυκό | Femininum, weiblich f φλιτζάνι φλιτζάνι ejemplos ένα φλιτζάνι καφέ eine Tasse Kaffee ένα φλιτζάνι καφέ φλιτζάνι του τσαγιού Teetasseθηλυκό | Femininum, weiblich f φλιτζάνι του τσαγιού φλιτζάνι του εσπρέσσο Espressotasseθηλυκό | Femininum, weiblich f φλιτζάνι του εσπρέσσο