φιλοξενώ
[filokseˈno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-είς; -ησα; -ήθηκα>Vista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- φιλοξενώ παρέχω στέγη
- gastfreundlich aufnehmen, Gastfreundschaft gewähren+δοτική | +Dativ +datφιλοξενώ περιποιούμαιφιλοξενώ περιποιούμαι