„υποσημείωση“: θηλυκό υποσημείωση [iposiˈmiosi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Fußnote, Anmerkung, Fußzeile Fußnoteθηλυκό | Femininum, weiblich f υποσημείωση Anmerkungθηλυκό | Femininum, weiblich f υποσημείωση υποσημείωση Fußzeileθηλυκό | Femininum, weiblich f υποσημείωση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ υποσημείωση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ