„υπασπιστής“: αρσενικό και θηλυκό υπασπιστής [ipaspisˈtis]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Adjutant Adjutantαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f υπασπιστής υπασπιστής