„Υγεία“: θηλυκό Υγεία [iˈjia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Hygieia Hygieiaθηλυκό | Femininum, weiblich f Υγεία μυθολογία | Mythologieμυθ Υγεία μυθολογία | Mythologieμυθ
„υγεία“: θηλυκό υγεία [iˈjia]θηλυκό | Femininum, weiblich f οικείο | umgangssprachlichοικ, υγειά [iˈja]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Gesundheit Gesundheitθηλυκό | Femininum, weiblich f υγεία υγεία ejemplos στην υγειά σου/σας! auf dein/Ihr Wohl!, prost! στην υγειά σου/σας! στην υγειά μας! prost allerseits! στην υγειά μας! για λόγους υγείας aus gesundheitlichen Gründen για λόγους υγείας