τρακ
[trak]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Lampenfieberουδέτερο | Neutrum, sächlich nτρακ στη σκηνήτρακ στη σκηνή
- Prüfungsangstθηλυκό | Femininum, weiblich fτρακ πριν από εξέτασητρακ πριν από εξέταση