τεχνική
[texniˈkji]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Technikθηλυκό | Femininum, weiblich fτεχνικήτεχνική
ejemplos
- τεχνική αναπνοήςAtemtechnikθηλυκό | Femininum, weiblich f
- τεχνική τρεξίματοςLauftechnikθηλυκό | Femininum, weiblich f
- τεχνική φωτισμούBeleuchtungstechnikθηλυκό | Femininum, weiblich f