„τεμαχίζω“: μεταβατικό ρήμα τεμαχίζω [temaˈçizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) in Stücke schneiden in Stücke schneiden τεμαχίζω τεμαχίζω ejemplos τεμαχίζω σε φιλέτο filetieren τεμαχίζω σε φιλέτο