ταχύς
[taˈçis], ταχεία, ταχύεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- schnellταχύςταχύς
- beschleunigtταχύς παλμόςταχύς παλμός
ejemplos
- ταχεία ανάγνωσηθηλυκό | Femininum, weiblich fDiagonallesenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- ταχεία προβολήθηλυκό | Femininum, weiblich f ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υSchnellansichtθηλυκό | Femininum, weiblich f
- ταχέως αναπτυσσόμενο κράτοςουδέτερο | Neutrum, sächlich nSchwellenlandουδέτερο | Neutrum, sächlich n