Traducción Griego-Alemán para "σχέδιο"

"σχέδιο" en Alemán

σχέδιο
[ˈsçeðio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Vista general de todas las traducciones

(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)

  • Skizzeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    σχέδιο ζωγραφικής
    Zeichnungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    σχέδιο ζωγραφικής
    σχέδιο ζωγραφικής
  • Planαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    σχέδιο πλάνο, πρόγραμμα
    σχέδιο πλάνο, πρόγραμμα
  • Entwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    σχέδιο σχεδιάγραμμα
    Konzeptουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    σχέδιο σχεδιάγραμμα
    σχέδιο σχεδιάγραμμα
  • Vorhabenουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    σχέδιο σκοπός
    σχέδιο σκοπός
  • Musterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    σχέδιο σε ύφασμα
    σχέδιο σε ύφασμα
ejemplos
  • σχέδιο αποκατάστασης της οικονομίας
    Sanierungsplanαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    σχέδιο αποκατάστασης της οικονομίας
  • σχέδιο αποφάσεως
    Resolutionsentwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    σχέδιο αποφάσεως
  • σχέδιο διατομής
    Querschnitt(s)zeichnungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    σχέδιο διατομής
  • ocultar ejemplosmostrar más ejemplos
ριγωτό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Streifenmusterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ριγωτό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
σκωτσέζικο σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Schottenmusterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
σκωτσέζικο σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φόρμα μπισκότων με σχέδιο
Ausstechformθηλυκό | Femininum, weiblich f
φόρμα μπισκότων με σχέδιο
λουλουδένιο σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Blumenmusterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
λουλουδένιο σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
εναλλακτικό σχέδιο
Gegenentwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich m
εναλλακτικό σχέδιο
καρό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Karomusterουδέτερο | Neutrum, sächlich n
καρό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
κατασκευαστικό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Bauentwurfαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κατασκευαστικό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
οικοδομικό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Bauplanαρσενικό | Maskulinum, männlich m
οικοδομικό σχέδιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n

¡Denos su opinión!

¿Qué le parece el diccionario en línea de Langenscheidt?

¡Muchas gracias por su valoración!

¿Tiene algún comentario sobre nuestros diccionarios en línea?

¿Falta alguna traducción, hay algún error o quiere elogiar nuestra labor? Rellene el formulario con sus comentarios. Indicar el correo electrónico es opcional y, conforme a nuestra política de privacidad, solo se utilizará para responder a su consulta.

Por favor, confirme que es usted una persona marcando la casilla de confirmación.*

*Campo obligatorio

Por favor, complete los campos marcados.

¡Muchas gracias por su comentario!

Visítenos en: