συγκρατιέμαι
[siŋgraˈtjeme]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp, συγκρατούμαι [siŋgraˈtume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- sich beherrschen, sich zurückhaltenσυγκρατιέμαισυγκρατιέμαι