στίβος
[ˈstivos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- (Sport-)Arenaθηλυκό | Femininum, weiblich fστίβος αθλητισμός | Sportαθλστίβος αθλητισμός | Sportαθλ
ejemplos
- αθλητισμόςαρσενικό | Maskulinum, männlich m στίβουLeichtathletikθηλυκό | Femininum, weiblich f