„σκαθάρι“: ουδέτερο σκαθάρι [skaˈθari]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Käfer Käferαρσενικό | Maskulinum, männlich m σκαθάρι ζωολογία | Zoologieζωολ σκαθάρι ζωολογία | Zoologieζωολ