„σηματοδότης“: αρσενικό σηματοδότης [simatoˈðotis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Ampel (Verkehrs-)Ampelθηλυκό | Femininum, weiblich f σηματοδότης σηματοδότης