πυρετός
[pireˈtos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mμεταφορικά | in übertragenem SinnμτφVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Fieberουδέτερο | Neutrum, sächlich nπυρετόςπυρετός
ejemplos
-
- πυρετός χρυσοθηρίαςGoldfieberουδέτερο | Neutrum, sächlich nGoldrauschαρσενικό | Maskulinum, männlich m