πρωτεΐνη
[proteˈini]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Proteinουδέτερο | Neutrum, sächlich nπρωτεΐνη βιολογία | Biologieβιολπρωτεΐνη βιολογία | Biologieβιολ
ejemplos
- πρωτεΐνεςπληθυντικός | Plural plEiweißstoffeπληθυντικός | Plural pl