Traducción Griego-Alemán para "προϊόν"

"προϊόν" en Alemán

προϊόν
[proiˈon]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n <γενική | Genitivgen; -όντος; πληθυντικός | Pluralpl; -όντα>

Vista general de todas las traducciones

(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)

  • Erzeugnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    προϊόν
    προϊόν
  • Produktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    προϊόν και | undκ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    προϊόν και | undκ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
ejemplos
  • προϊόν ανάπλασης μαλλιών
    Haarwuchsmittelουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    προϊόν ανάπλασης μαλλιών
  • προϊόν απολέπισης
    Peelingcremeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    προϊόν απολέπισης
  • προϊόν αποσύνθεσης
    Zerfallsproduktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    προϊόν αποσύνθεσης
  • ocultar ejemplosmostrar más ejemplos
οικολογικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ökologisches Produktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
umweltverträgliches Produktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
οικολογικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
βιολογικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Bioproduktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
βιολογικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
έτοιμο προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Fertigproduktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
έτοιμο προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φαρμακευτικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Arzneiθηλυκό | Femininum, weiblich f
Pharmaproduktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φαρμακευτικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ελληνικό προϊόν
made in Greece
ελληνικό προϊόν
τελικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Endproduktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Fertigwareθηλυκό | Femininum, weiblich f
τελικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ανώνυμο προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
No-Name-Produktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ανώνυμο προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φυτικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
pflanzliches Produktουδέτερο | Neutrum, sächlich n
φυτικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
γαλακτοκομικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Molkereiproduktθηλυκό | Femininum, weiblich f
γαλακτοκομικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
βιομηχανικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Industrieerzeugnisουδέτερο | Neutrum, sächlich n
βιομηχανικό προϊόνουδέτερο | Neutrum, sächlich n

¡Denos su opinión!

¿Qué le parece el diccionario en línea de Langenscheidt?

¡Muchas gracias por su valoración!

¿Tiene algún comentario sobre nuestros diccionarios en línea?

¿Falta alguna traducción, hay algún error o quiere elogiar nuestra labor? Rellene el formulario con sus comentarios. Indicar el correo electrónico es opcional y, conforme a nuestra política de privacidad, solo se utilizará para responder a su consulta.

Por favor, confirme que es usted una persona marcando la casilla de confirmación.*

*Campo obligatorio

Por favor, complete los campos marcados.

¡Muchas gracias por su comentario!

Visítenos en: