προσωπικότητα
[prosopiˈkotita]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Persönlichkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fπροσωπικότητα ε-ς ατόμου, κ. διασημότηταπροσωπικότητα ε-ς ατόμου, κ. διασημότητα