προστάτης
[prosˈtatis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Beschützerαρσενικό | Maskulinum, männlich mπροστάτηςπροστάτης
- Fördererαρσενικό | Maskulinum, männlich mπροστάτης καλλιτέχνηπροστάτης καλλιτέχνη
- Prostataθηλυκό | Femininum, weiblich fπροστάτης ιατρική | Medizinιατρπροστάτης ιατρική | Medizinιατρ
ejemplos
- προστάτης άγιοςαρσενικό | Maskulinum, männlich mSchutzpatronαρσενικό | Maskulinum, männlich m