„προξενείο“: ουδέτερο προξενείο [prokseˈnio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Konsulat Konsulatουδέτερο | Neutrum, sächlich n προξενείο προξενείο