„προΐσταμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα προΐσταμαι [proˈistame]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) den Vorsitz haben den Vorsitz haben προΐσταμαι προΐσταμαι