„πιλοτήριο“: ουδέτερο πιλοτήριο [piloˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Cockpit Cockpitουδέτερο | Neutrum, sächlich n πιλοτήριο πιλοτήριο