„πέλαγος“: ουδέτερο πέλαγος [ˈpelaɣos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) das offene Meer auf offener hoher See ejemplos ο πέλαγος das offene Meer ο πέλαγος στο πέλαγος auf offener στο πέλαγος στο πέλαγος hoher See στο πέλαγος