„οπτασία“: θηλυκό οπτασία [optaˈsia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Vision Visionθηλυκό | Femininum, weiblich f οπτασία όραμα οπτασία όραμα