„οπλή“: θηλυκό οπλή [oˈpli]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Huf Hufαρσενικό | Maskulinum, männlich m οπλή οπλή ejemplos οπλή αλόγου Pferdehufαρσενικό | Maskulinum, männlich m οπλή αλόγου