„ντελικάτος“ ντελικάτος [deliˈkatos], ντελικάτη, ντελικάτοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) etepetete etepetete ντελικάτος ντελικάτος