„νουθεσία“: θηλυκό νουθεσία [nuθeˈsia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Belehrung, Ermahnung Belehrungθηλυκό | Femininum, weiblich f νουθεσία Ermahnungθηλυκό | Femininum, weiblich f νουθεσία νουθεσία