„μπάλωμα“: ουδέτερο μπάλωμα [ˈbaloma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Flicken, Stopfen Flickenουδέτερο | Neutrum, sächlich n μπάλωμα ρούχου μπάλωμα ρούχου Stopfenουδέτερο | Neutrum, sächlich n μπάλωμα κάλτσας μπάλωμα κάλτσας