μουσικός
[musiˈkos]επίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, μουσική, μουσικόVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- musikalisch, Musik-μουσικόςμουσικός
ejemplos
- μουσικά ποτήριαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplGlasharfeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- Musikhochschuleθηλυκό | Femininum, weiblich f
- Musiksendungθηλυκό | Femininum, weiblich f
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos
μουσικός
[musiˈkos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Musikerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fμουσικόςμουσικός
ejemplos
- μουσικός τζαζJazzmusikerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f