„μοτοσυκλέτα“: θηλυκό μοτοσυκλέτα [motosiˈkleta]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Motorrad Motorradουδέτερο | Neutrum, sächlich n μοτοσυκλέτα μοτοσυκλέτα