„μοιραστής“: αρσενικό και θηλυκό μοιραστής [mirasˈtis]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Geber Geberαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f μοιραστής στα χαρτιά μοιραστής στα χαρτιά