μικρούλης
[miˈkrulis], μικρούλα, μικρούλικοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, μικρούλικος [miˈkrulikos], μικρούλικη, μικρούλικοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj, μικρούτσικος [miˈkrutsikos], μικρούτσικη, μικρούτσικοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)