„μακάρι“: επίρρημα μακάρι [maˈkari]επίρρημα | Adverb adv Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) wenn doch wenn ich mir das Kleid doch nur kaufen könnte ejemplos μακάρι (και) να wenn doch μακάρι (και) να μακάρι να μπορούσα να αγοράσω αυτό το φόρεμα wenn ich mir das Kleid doch nur kaufen könnte μακάρι να μπορούσα να αγοράσω αυτό το φόρεμα