„μαγαζί“: ουδέτερο μαγαζί [maɣaˈzi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Laden, Geschäft Ladenαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαγαζί Geschäftουδέτερο | Neutrum, sächlich n μαγαζί μαγαζί ejemplos μαγαζιά Marktαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαγαζιά