μάζα
[ˈmaza]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Masseθηλυκό | Femininum, weiblich fμάζα φυσ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφμάζα φυσ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
ejemplos
- μάζα πάγουEismasseθηλυκό | Femininum, weiblich f
- μάζα σύννεφων καταιγίδαςGewitterwandθηλυκό | Femininum, weiblich f