λήξη
[ˈliksi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Endeουδέτερο | Neutrum, sächlich nλήξη τέλοςBeendigungθηλυκό | Femininum, weiblich fλήξη τέλοςλήξη τέλος
- Ablaufαρσενικό | Maskulinum, männlich mλήξη προθεσμίας, χρόνουλήξη προθεσμίας, χρόνου
- Fälligkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fλήξη συμβολαίουλήξη συμβολαίου
ejemplos
- ημερομηνίαθηλυκό | Femininum, weiblich f λήξεωςHaltbarkeitsdatumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- λήξη εργασίαςArbeitsschlussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- λήξη εργάσιμης ημέραςBetriebsschlussαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos