κρυστάλλινος
[krisˈtalinos], κρυστάλλινη, κρυστάλλινοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- kristallen, Kristall-κρυστάλλινοςκρυστάλλινος
- kristallklarκρυστάλλινος θάλασσα, νερόκρυστάλλινος θάλασσα, νερό